Κέντρο Ψυχοθεραπείας και Λογοθεραπείας

Ενηλίκων & Παιδιών 

  Καλώς ήρθατε στο χώρο μας

 

 

Ελπίζουμε να απολαύσετε το ταξίδι της θεραπείας σας & να σας βοηθήσουμε με το καλύτερο δυνατό τρόπο.

 

 

 

 

 

 

 

Οι υπηρεσίες μας    παρέχονται από εξειδικευμένο προσωπικό, που εκπαιδεύεται συνεχώς. Είναι άρτια καταρτισμένο και όλοι κατέχουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος.

 

 

 

 

Το γραφείο ιδρύθηκε το 2016 από τη Ρισβάνη Μαρία Ψυχολόγο Msc , Ψυχοθεραπεύτρια CBT,  στη πόλη της Καλαμάτας. Με τη πάροδο του χρόνου αυξήθηκε η ανάγκη παροχής βοήθειας προς περισσότερους ανθρώπους με αποτέλεσμα να μεγαλώσει η ομάδα και να ενταχθούν συνεργάτες. Αυτή τη στιγμή το γραφείο παρέχει συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία σε ενήλικες, παιδιά και εφήβους από τη Ρισβάνη Μαρία και τη Κακαλέτρη Ανδριάνα, όπως επίσης και λογοθεραπευτική βοήθεια από τον Γιαννόπουλο Μάριο.

Για περισσότερες πληροφορίες ανατρέξτε στη σελίδα των βιογραφικών.

 

 

 

 

Συστήνοντας τη Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία

 

Πώς δημιουργήθηκε η Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία (ΓΣΘ);
Η Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία (ΓΣΘ) είναι σχετικά μία πρόσφατα αναπτυσσόμενη θεραπεία, η οποία έχει δεχτεί επιρροές από δύο διαφορετικές προσεγγίσεις, τη γνωσιακή θεραπεία, όπως αναπτύχθηκε από τον A. T. Beck τη δεκαετία του 1960 και τη συμπεριφοριστική θεραπεία, όπως αυτή αναπτύχθηκε από τον Wolpe και τους συνεργάτες του, τη δεκαετία του 1950 και 1960. Πιο συγκεκριμένα, η συμπεριφοριστική θεραπεία εμφανίστηκε στο προσκήνιο ως αντίδραση στο ψυχοδυναμικό παράδειγμα του Freud, το οποίο φαίνεται να είχε κυριαρχήσει στην ψυχοθεραπεία κατά τον 19ο αιώνα και ενώ η φροϋδική ψυχανάλυση τέθηκε υπό αμφισβήτηση από τηνεπιστημονική ψυχολογία εξαιτίας της έλλειψης εμπειρικών αποδείξεων για την υποστήριξη της
θεωρίας ή της αποτελεσματικότητάς της, η συμπεριφοριστική θεραπεία έψαχνε συνδέσεις μεταξύ των ερεθισμάτων που δεχόταν το άτομο από το περιβάλλον του και των αντιδράσεων που είχε. Η θεωρία της μάθησης λοιπόν έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην ψυχολογία εκείνης της περιόδου και προσπαθούσε να εξηγήσει τον τρόπο που οι οργανισμοί μαθαίνουν νέες συνδέσεις μεταξύ ερεθισμάτων και αντιδράσεων. Παρά τη μεγάλη επιτυχία της συμπεριφοριστικής θεραπείας δημιουργήθηκε δυσαρέσκεια με τον περιορισμό των ψυχικών διεργασιών, όπως οι σκέψεις, οι αντιλήψεις, οι ερμηνείες και η φαντασία. Έτσι λοιπόν τη δεκαετία του 1970 αυτή η δυσαρέσκεια οδήγησε στη «γνωστική επανάσταση», κατά την οποία αναζητήθηκαν τρόποι για να εισαχθούν τα παραπάνω γνωστικά φαινόμενα στην Ψυχολογία και τη θεραπεία (David Westbrook, 2012). Η συμπεριφοριστική και η γνωσιακή θεραπεία, αναπτύχθηκαν μαζί και επηρέασαν η μία την άλλη σε τέτοιο βαθμό που πλέον είναι γνωστή ως γνωσιακή-συμπεριφοριστική θεραπεία συνδυάζοντας στοιχεία από τις δύο και εμπνευστής αυτής θεωρείται ο Aaron Beck.

 

 


Ποιες είναι οι βασικές της αρχές;


Η θεραπεία διέπεται από συγκεκριμένες αρχές, οι οποίες εφαρμόζονται σε όλους τους θεραπευόμενους, στην πράξη όμως η θεραπεία ποικίλλει σημαντικά, ανάλογα με το άτομο που έχουμε απέναντί μας, τη φύση των προβλημάτων του, το στάδιο της ζωής του αλλά και το αναπτυξιακό και πνευματικό του επίπεδο, το φύλο και το πολιτισμικό του υπόβαθρο, καθώς και ανάλογα με τους στόχους του ατόμου, την ικανότητά του να δημιουργήσει ένα ισχυρό θεραπευτικό δεσμό και το βαθμό κινητοποίησής του. Το κεντρικό νόημα της θεραπείας συνοψίζεται σε δύο βασικές αρχές: τη γνωσιακή αρχή, σύμφωνα
με την οποία οι συναισθηματικές αντιδράσεις και η συμπεριφορά των ατόμων επηρεάζονται σημαντικά από τις γνωσίες ( είναι ο όρος που χρησιμοποιούμε για τις σκέψεις και τις πεποιθήσεις που έχουμε για τον εαυτό μας και τις καταστάσεις στις οποίες βρισκόμαστε καθώς και την ερμηνεία που δίνουμε στα γεγονότα της ζωής μας) (David Westbrook, 2012). Για παράδειγμα δύο άνθρωποι μπορεί να βρίσκονται στην ίδια κατάσταση, όμως να την ερμηνεύουν με πολύ διαφορετικό τρόπο καιαυτό εξαρτάται από τις γνωσίες του καθενός. Η συμπεριφορική αρχή θεωρεί από την άλλη ότι οι συμπεριφορικές αντιδράσεις των ατόμων επιδρούν σε μεγάλο βαθμό στη διατήρηση ή την αλλαγή της ψυχολογικής τους κατάστασης, επομένως η συμπεριφορά μας μπορεί να επηρεάσει σημαντικάτη συναισθηματική μας κατάσταση αλλά και τη σκέψη μας (David Westbrook, 2012).

 

Ωστόσο, υπάρχουν δέκα βασικά χαρακτηριστικά μιας Γνωσιακής-Συμπεριφορικής Θεραπείας που βοηθούν στην κατανόηση της θεραπείας στο σύνολό της:


  •  «βασίζεται στον διαρκώς εξελισσόμενο τρόπο κατανόησης του θεραπευόμενου και των προβλημάτων του με γνωστικούς όρους»: στην αρχή αναγνωρίζουμε και προσδιορίζουμε τον τρέχοντα τρόπο σκέψης του θεραπευόμενου, στη συνέχεια αναγνωρίζουμε τους εκλυτικούς παράγοντες που επηρεάζουν τον τρόπο σκέψης και έπειτα κάνουμε υποθέσεις για κάποια σημαντικά αναπτυξιακά γεγονότα της ζωής καθώς και συγκεκριμένους σταθερούς τρόπους με τους οποίους ερμηνεύει τα γεγονότα αυτά.
  • «απαιτεί μία καλή και σταθερή θεραπευτική συμμαχία»: πρόκειται για μία θεραπεία συνεργασίας, η οποία αναπτύσσεται σε ένα κλίμα ζεστασιάς, ενσυναίσθησης, ενδιαφέροντος και επιστημονικής επάρκειας. Η δημιουργία μίας καλής συμμαχίας είναικάτι που χτίζεται προοδευτικά και χρειάζεται χρόνο και υπομονή και από τις δύο πλευρές.
  • «δίνει έμφαση στη συνεργασία και την ενεργό συμμετοχή»: είναι μία ομαδική υπόθεση, καθώς και οι δύο μαζί λαμβάνουν αποφάσεις για ζητήματα όπως τα θέματα που θα συζητηθούν σε κάθε συνεδρία, το πόσο συχνά θα γίνεται η συνάντηση και το ποια πράγματα θα μπορούσε να κάνει ο θεραπευόμενος μεταξύ των συνεδρίων σαν δουλειά για το σπίτι.
  •  «είναι προσανατολισμένη σε στόχους και επικεντρωμένη σε συγκεκριμένα προβλήματα»: ο θεραπευόμενος καλείται να απαριθμήσει τα προβλήματα τα οποία θέλει να αντιμετωπίσει και να θέσει και να ιεραρχήσει δικούς του συγκεκριμένους στόχους.
  • «δίνει έμφαση στο παρόν»: η θεραπεία περιλαμβάνει μία ιδιαίτερη εστίαση στα παρόντα προβλήματα και σε συγκεκριμένες επώδυνες για τους θεραπευόμενους καταστάσεις.
  •  «είναι εκπαιδευτική, επιδιώκει να διδάξει στον θεραπευόμενο πώς να γίνει ο ίδιος του σε θεραπευτής του εαυτού του και δίνει έμφαση στην πρόληψη των υποτροπών»: στόχος είναι μέσω της ψυχοεκπαίδευσης ο θεραπευόμενος να ενημερωθεί για το μοντέλο της θεραπείας του, τους όρους και τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται καθώς και τη φύση της διαταραχής του αν πληροί τα συγκεκριμένα κριτήρια και να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις του αυτές για να εξαλείψει τις πιθανές υποτροπές.
  • «είναι χρονικά περιορισμένη θεραπεία»: αυτό δε σημαίνει όμως ότι όλοι οι θεραπευόμενοι σημειώνουν παρόμοια πρόοδο μέσα σε λίγους μήνες, υπάρχουν παράγοντες όπως η φύση και η χρονιότητα της διαταραχής που απαιτούν μεγαλύτερη διάρκεια θεραπέιας.
  • «οι συνεδρίες είναι δομημένες»: η δομή περιλαμβάνει ένα εισαγωγικό μέρος όπου γίνεται έλεγχος της διάθεσης, σύντομη ανασκόπηση της εβδομάδας και συνεργατικός καθορισμός ατζέντας, ένα μεσαίο μέρος όπου γίνεται ανασκόπηση της δουλειάς για το σπίτι, συζήτηση για τα προβλήματα που έχουν τεθεί στην ατζέντα και ο ορισμός της νέας δουλείας για το σπίτι καθώς και ένα τελικό τμήμα πού είναι η ανατροφοδότηση του θεραπευόμενου για τη
    συνεδρία.
  •  «διδάσκει στους θεραπευόμενους να αναγνωρίζουν να αξιολογούν και να απαντούν στις δυσλειτουργία σκέψεις και πεποιθήσεις τους»: οι θεραπευτές βοηθούν τους θεραπευόμενους να αναγνωρίσουν τις δυσλειτουργικές σκέψεις και να υιοθετήσουν μία πιο ρεαλιστική και προσαρμοστική προοπτική, η οποία θα τους βοηθήσει να συμπεριφέρονται πιο λειτουργικά.
  • «χρησιμοποιεί ποικιλία τεχνικών για να αλλάξει τον τρόπο σκέψης, τη διάθεση και τη συμπεριφορά»: η επιλογή των τεχνικών βασίζεται στην κλινική αντίληψη του θεραπευτή για τον κάθε θεραπευόμενο, τη φύση του προβλήματος που υπάρχει και τιε επιδιώξεις του θεραπευτή από την κάθε συνεδρία (Beck, 2020).